Κατέβηκε βιαστηκά πηδώντας δυο δυο τα σκαλιά στο υπόγειο. Έβαλε το κλειδί στην πόρτα του μεταλλικού ερμαριού και το γύρισε. Δυσκολεύτηκε λίγο να την ανοίξει, μιας και ήταν για χρόνια κλειδαμπαρωμένη. Σαν άνοιξε, το τρίξιμο έκανε ένα μικρό ποντικάκι να τρέχει φοβισμένο, και η σκόνη κάλυψε το πρόσωπό του και τον έκανε να βήξει.
Με προσοχή έβγαλε έξω την ασημένια ιπποτική στολή του. Αφαίρεσε το προστατευτικό πλαστικό κάλυμμα και την θαύμαζε.
Έλαμπε ολόκληρη. Την είχε για καμάρι για χρόνια.
Άνοιξε το κρυφό συρτάρι στο βάθος του ερμαριού και ανέσυρε δυο σπαθιά. Ένα χρυσό κι ένα ασημένιο. Τα μύρισε. Του έφεραν αναμνήσεις μάχης, δόξας, πάθους, έντασης, τιμής, αξιοπρέπειας, δύναμης. Πάνω από όλα Δύναμης.
Είχε στα χέρια του τον τρόπο, την ορμή, το πάθος να παλέψει!
Πάλευε για χρόνια. Για όσα ήθελε! Για όσα ονειρευόταν.
Κι απόψε, αυτό το χειμωνιάτικο βράδυ, ξύπνησε από ένα εφιάλτη. Έβλεπε πως ήταν μόνος στο δάσος. Κρατούσε στα χέρια του ότι πιο πολύτιμο είχε. Ένα δαχτυλίδι. Το δαχτυλίδι της. Του το είχε δώσει την πρώτη φορά που τον γνώρισε. Μαζί με την αγάπη της. Προχωρούσε στο σκοτάδι και ο αγέρας σφυροκοπούσε και τον δυσκόλευε να περπατήσει. Αργά και σταθερά με πείσμα προχωρούσε, έχοντας το θησαυρό του στα χέρια του, κρατώντας τον προστατευτικά δίπλα στην καρδιά.
Μαύρα κοράκια πετούσαν από πάνω του. Ήθελαν να του πάρουν ότι είχε.
Κι αγέρας βούιζε πιο έντονα, άρχισε να βρέχει, τα δέντρα τον κτυπούσαν με τα κλαδιά σου.....
Ξύπνησε.
Πετάχτηκε από το κρεβάτι.
Ήταν παγωνιά.
Δεν ένιωθε τίποτα.
Βρήκε το κλειδί.
Έτρεξε στο υπόγειο.
Έψαχνε την στολή, τα σπαθιά, την Επίθεση.
Μα όταν την αντίκρυσε μαλάκωσε.
Χάιδευε την ασημένια στολή για ώρα. Μύριζε το ασήμι. Το ένιωθε. Τα δάκτυλα ακουμπούσαν στις κόγχες της.
Την αγκάλιασε σφιχτά. Το δάκρυ κύλησε.
Και θυμήθηκε.
Την ευχή του γέροντα που τον έχρισε ιππότη.
Την άλλη μέρα πήρε την στολή και τα σπαθιά εκεί που έπρεπε. Στον χρυσοχόο.
Και σύντομα έκανε δώρο στην καλή του θησαυρούς όμορφους, κοσμήματα, ασήμι και χρυσό σε όμορφα σχήματα, περιδέραια, βραχιόλια, κι ένα δαχτυλίδι.
Ασήμι , η ροή της ζωής μας, η θηλυκή ενέργεια που ρέει και μας παίρνει μαζί της.
Χρυσός, η σκληρή συμπαγές δύναμη της ζώης, που άλλοτε θαμπώνει, φωτίζει και άλλοτε τυφλώνει.
"Τα χέρια που ενώνουν τα δυο είναι ευλογημένα" είχε πει ο γέροντας.
10 σχόλια:
γλυκιά μου Νεράιδα, καλοσυνάτη μου μπουμπού με την ανάμνηση του πολέμου κυλάει ένα δάκρυ και ο ιππότης κάνει την αγαπημένη του ευτυχισμένη γεμάτη χρυσά στολίδια. ένα όνειρο που γίνεται το τόξο αλλά και το βέλος που θα τον κάνουν να πάρει αυτή την απόφαση, γιατί? για την ευχή του γέροντα που όσο σοφή και αν αποδεικνύεται, σίγουρα κρύβει και τα κατάλληλα ποσά της εποχής του πολέμου που πλέον καλείται να περάσει στην ιστορία. πικρή, γλυκιά? ο χρόνος θα δείξει. και αν δεν δείξει ο χρόνος πως θα μπορούσε ο ιππότης να λυτρωθεί? περίεργο τελικά το παιχνίδι της ζωής. ο πιο γλυκός αλλά και ο πιο σοφός θα ζήσει στο τέλος το παραμύθι. ένα παραμύθι που θα τον βγάλει από την αραχνιασμένη λήθη και θα τον κάνει να λάμψει μέσα στα νεραϊδένια αστέρια. σύμβολο ζωής και θανάτου? σύμβολο έρωτα και αρετής καλύτερα. πολύ σαγαπώ καλή μου μπουμπού!
Αχ βρε Μελένιε Μενέλαε!
Αυτά κάνεις!!! Αγκαλιάζεις τις λέξεις και δίνεις τόσο δυνατά μηνύματα!
Ο πιο γλυκός κι ο πιο σοφός το ζουν το παραμύθι της ζωής!!!
Γίνε ακόμα πιο σοφός τότε! :-)
ο ιππότης. ποιος τον κοιτεί??? προχώρησε το αγοράκι μου!!
70 ενεργοί από αποθηκευμένα μέηλ. ομαλοποίηση πρωινού ωραρίου και περπάτημα το βράδυ, από την πόρτα του σπιτιού, πλην βενζίνης, μείωση χρόνου αναμονής δημοτικής συγκοινωνίας. αυτό είναι μωγιάκι μου. ξεκίνησε ο κινηματογράφος!
71. καθημερινά εμπορικά μάγια. χρειάζεται παρακολούθηση!
ένα μεγάλο φιλάκι και μία αγκαλιά από τον Πειρατή Μπαρμπόσα!!
μην του μιλάτε το πρωί του άνδρα του πολλά βαρύ!!!
τι κάνουν τα ζευγαράκια στα ξενοδοχεία του χάους?
τα ιδιαίτερα χημείας των πανελλαδικών έδωσαν πάλι την παράστασή τους!!! και πες ότι κβαντίζεσαι, το ίδιο είναι? φταίει μόνο μια πιθανότητα...
η ιστοσελίδα μεταμορφώνεται Δοκησίσοφα, πολύ σκούζει η μπουμπού μας!!!
Δημοσίευση σχολίου